Έχει να γίνει του... πόλου

Ένας νέος διπολισμός ανατέλλει μετά τη διευθέτηση της ηγετικής εκκρεμότητας στη Νέα Δημοκρατία και την εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην προεδρία της. Βεβαίως η Ν.Δ., τελειώνοντας με την εσωκομματική εκλογή, η οποία τη βασάνισε επί μήνες και δημιούργησε εικόνα εσωτερικής διαίρεσης, δεν ξεμπλέκει εύκολα απλώς και μόνο επειδή έχει νέο αρχηγό. Αντιθέτως, η μικρή διαφορά, μόλις πέντε μονάδων, μεταξύ του Μητσοτάκη και του Μεϊμαράκη αφήνει πολλές εκκρεμότητες. Και για τον προσανατολισμό του κόμματος και για την ενότητά του. Θα χρειαστεί χρόνος και κόπος για να σταθεροποιηθεί η εσωτερική της κατάσταση. Η σοβαρότερη εκκρεμότητα αφορά το ότι – αντίθετα με αυτό που είχε συμβεί στην ήττα της Μπακογιάννη από τον Σαμαρά – ηττημένος αυτήν τη φορά είναι ο βασικός στελεχικός και ιδεολογικός κορμός του κόμματος και νικητής ο παραδοσιακά μειοψηφικός, ο οποίος όμως φαίνεται να ενισχύθηκε και από κόσμο εκτός Ν.Δ., ο οποίος βρέθηκε στο μπλοκ του «Ναι» στο δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015. Αυτό σημαίνει πως, όσο συμβιβαστική και συνθετική και αν είναι η προσέγγιση του νέου προέδρου το επόμενο διάστημα, η προσπάθειά του να κατοχυρώσει το «οικόπεδο» υπό την ταμπέλα της «ανανέωσης» ίσως αποδειχθεί κοπιαστική και επώδυνη, αφού δεν είναι γνωστό ακόμη ποια στρατηγική θα επιλέξει το καραμανλικό στρατόπεδο έναντι μιας πιθανής απόπειρας του Μητσοτάκη να στρίψει πολιτικά το «καράβι». Πολιτικό δίπολο Παρά τις εκκρεμότητες, πάντως, είναι βέβαιο ότι η Ν.Δ., αργά ή γρήγορα, θα βρει τη νέα της ισορροπία και θα βαδίσει σε έναν διαφορετικό δρόμο, σαφώς πιο επιθετικό έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Ταυτοχρόνως θα επιδιώκει να αφομοιώσει δυνάμεις από άλλους πολιτικούς χώρους στους οποίους υπάρχουν στελέχη με απόψεις αρκετά έως πολύ φιλικές προς τις αντιλήψεις του νέου προέδρου της Ν.Δ. Όμως και ο ΣΥΡΙΖΑ θα θελήσει κάτι ανάλογο, συνεπώς οι δύο ισχυροί παίκτες του πολιτικού συστήματος θα κοντραριστούν με στόχο τη διεύρυνσή τους εις βάρος των πολιτικών σχηματισμών που φέρουν στην πολιτική τους ταυτότητα τον όρο «Κέντρο», είτε εντάσσονται στην Κεντροδεξιά είτε στην Κεντροαριστερά. Η επικίνδυνη για το ΠΑΣΟΚ ώσμωσή του με τη Ν.Δ. την περίοδο Βενιζέλου ενδέχεται να αποβεί μοιραία, όπως θα δούμε και σε άλλο ρεπορτάζ, παρ’ ότι η Φώφη Γεννηματά έχει επιδοθεί σε αγωνιώδη προσπάθεια να περιχαρακώσει τον πολιτικό και ιδεολογικό χώρο στον οποίο αναφέρεται το κόμμα της. Μεγάλος ο κίνδυνος και για το Ποτάμι, το οποίο αντιμετωπίζει σοβαρό ενδεχόμενο είτε απώλειας στελεχών είτε πολιτικής και ιδεολογικής επικάλυψής του από τη Ν.Δ. Το κόμμα του Σταύρου Θεοδωράκη είχε επιλέξει για μεγάλο διάστημα την αντιπολίτευση από νεοφιλελεύθερες θέσεις, καθώς σε αυτόν τον ιδεολογικό χώρο αναφέρεται η τάση που το τελευταίο διάστημα κυριαρχεί στο κόμμα. Ωστόσο τίποτε δεν διασφαλίζει ότι η προσθήκη στελεχών θα είναι αρκετή για να βελτιώσει την κοινωνική και εκλογική «αριθμητική» της Ν.Δ. Αντιθέτως, η έκταση και η ένταση της εσωκομματικής «ανανέωσης» ενδέχεται να δημιουργήσει αποκλεισμούς και διαρροές, δεδομένου ότι η λεγόμενη «λαϊκή Δεξιά» δεν είναι εκ των προτέρων βέβαιο ότι θα έχει τη θέση που παραδοσιακά διεκδικεί εντός του κόμματος.

Η θητεία του Μητσοτάκη στο υπουργείο Διοικητικής Ανασυγκρότησης και η ταύτισή του με τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων είναι ένα δείγμα γραφής που ενδέχεται να λειτουργήσει απωθητικά σε αυτό το τμήμα της κοινωνικής βάσης της Ν.Δ., ωστόσο κανείς δεν είναι βέβαιος για το αν οι διακηρύξεις του νέου προέδρου περί «τέλους του λαϊκισμού» θα τηρηθούν το επόμενο διάστημα στην προσπάθειά του να διευρύνει την εκλογική επιρροή του κόμματος. Σε κάθε περίπτωση, το επερχόμενο συνέδριο της Ν.Δ. θα αποτελέσει ένα δείγμα του τι θα δούμε το επόμενο διάστημα στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Στον αντίποδα, ο ΣΥΡΙΖΑ – ο οποίος επίσης έχει ένα συνέδριο μπροστά του – δεν φαίνεται ότι θα μείνει άπραγος μπροστά στην προσπάθεια της νέας ηγεσίας της Ν.Δ. να διευρύνει το κοινωνικό και εκλογικό της ακροατήριο. Αντιθέτως, όλα δείχνουν ότι θα επιχειρήσει τη δική του διεύρυνση, η οποία, εκτός από τον ιδεολογικό του περίγυρο και στελέχη που κάποτε σχετίζονταν μαζί του, θα απευθύνεται στους ίδιους πολιτικούς χώρους τους οποίους θα επιχειρεί να «λεηλατήσει» η Ν.Δ.

Είναι ήδη ενδεικτική η προσέγγιση με τον Φώτη Κουβέλη και την πολιτική του κίνηση, ενώ πολλοί εκτιμούν ότι τόσο στο ΠΑΣΟΚ όσο και στο Ποτάμι υπάρχουν κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις – ενδεχομένως και πρόσωπα – που ενδιαφέρουν τον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες θα νιώσουν εξαιρετικά άβολα αν ο χώρος τους πολιορκηθεί από τον Μητσοτάκη ή τον προσεγγίσει πολιτικά. Ιδεολογικό δίπολο Ένα δεύτερο επίπεδο στο οποίο θα λειτουργήσει ο διπολισμός ΣΥΡΙΖΑ - Ν.Δ. είναι το ιδεολογικό. Ο ΣΥΡΙΖΑ στον ευρύ ενδιάμεσο χώρο μεταξύ Αριστεράς και Σοσιαλδημοκρατίας και η Ν.Δ. στο ιδιαίτερα συγκεχυμένο τοπίο μεταξύ νεοφιλελευθερισμού, λαϊκής Δεξιάς και Ακροδεξιάς θα αναζητήσουν τις νέες ισορροπίες τους, αλλά και το πιο συνθετικό πρόσωπο που μπορούν να εμφανίσουν στην κοινωνία. Αν κρίνουμε από τη συσπείρωση δυνάμεων που πέτυχε ο Μητσοτάκης μεταξύ πρώτου και δευτέρου γύρου, διαπιστώνουμε ότι προσέλκυσε: 1 Την ομάδα που κατάγεται πολιτικά από τον ΛΑΟΣ της πρώτης φάσης, πριν από τη συμμετοχή του στην κυβέρνηση Παπαδήμου, ο οποίος είχε αποτελέσει τον πρώτο σύγχρονο σχηματισμό της Άκρας Δεξιάς που πολιτεύθηκε με αξιώσεις. Η τριάδα Γεωργιάδη, Βορίδη, Πλεύρη συμπαρατάχθηκε με τον Μητσοτάκη.

Όσο και αν τα στελέχη αυτά έχουν προσχωρήσει – άλλος περισσότερο και άλλος λιγότερο – στον «ευρωπαϊσμό» μέσω κυρίως του καλοκαιρινού δημοψηφίσματος, ο πρόεδρος της Ν.Δ. φιλοδοξεί να αξιοποιήσει τις παλαιές απόψεις και τις πολιτικές αναφορές τους για να ανακτήσει κόσμο που έφυγε προς τη Χρυσή Αυγή ή να συγκρατήσει άλλους που μπορεί να βρεθούν εκτός κόμματος ανάλογα με την πολιτική κατεύθυνση που θα πάρει η Ν.Δ. 2 Την ομάδα του Σαμαρά, ο οποίος, αν και κινήθηκε εντελώς αθόρυβα, έκανε τα πάντα για να βρεθεί στην πλευρά των νικητών. Μετά την αποτυχημένη επένδυση στον Τζιτζικώστα, στράφηκε εγκαίρως προς τον Μητσοτάκη και συνέβαλε στη νίκη του ώστε να διασωθεί πολιτικά. 3 Τον Απόστολο Τζιτζικώστα, ο οποίος, αφού απέτυχε να διαγνώσει εγκαίρως ότι ο πραγματικός του αντίπαλος στον πρώτο γύρο ήταν ο Μητσοτάκης και όχι ο Μεϊμαράκης, οδηγήθηκε σε σκληρή αντιπαράθεση με τους καραμανλικούς και στον δεύτερο γύρο υποχρεώθηκε, δέσμιος της εξαγγελίας του για ανανέωση, να αφήσει πίσω του τον ρόλο «ανανεωτή του καραμανλισμού», τον οποίο διεκδίκησε αρχικά, και να προσχωρήσει στο στρατόπεδο Μητσοτάκη, όπου όμως δεν θα είναι εύκολο ούτε να το παίξει «νεοκαραμανλικός» ούτε να κερδίσει πόντους ως «νεομητσοτακικός». Σε κάθε περίπτωση ο Μητσοτάκης, του οποίου οι νεοφιλελεύθερες θέσεις στην οικονομία στερούνται «λαϊκότητας», την οποία ο ίδιος άλλωστε ονομάζει «λαϊκισμό», θα επιχειρήσει να δώσει την αίσθηση ιδεολογικής στροφής προς το Κέντρο και τον «μεσαίο χώρο». Ήδη απτό παράδειγμα αποτελεί η θέση του για το σύμφωνο συμβίωσης ομόφυλων ζευγαριών. Είναι ωστόσο άγνωστο το αν και πόσο θα καταφέρει να «παντρέψει», έστω και με... σύμφωνο πολιτικής συμβίωσης, τη λαϊκή με τη νεοφιλελεύθερη και την κοινωνικά συντηρητική με την κοινωνικά φιλελεύθερη Δεξιά. Το στοίχημα είναι ανοιχτό. Στην απέναντι πλευρά ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας, απαλλαγμένοι από το πολιτικό βάρος των οπαδών του εθνικού νομίσματος και επιφορτισμένοι με τη fast track εφαρμογή ενός δικού τους σκληρού μνημονίου, δεν θυμίζουν σε πολλά αυτό που στην Ελλάδα έχουμε μάθει να αποκαλούμε «ριζοσπαστική Αριστερά». Ή, μάλλον, τη θυμίζουν όσο θύμιζε το ΠΑΣΟΚ... σοσιαλιστικό κόμμα μετά τα πρώτα ελάχιστα χρόνια του στην εξουσία. Στην πραγματικότητα ο ΣΥΡΙΖΑ, αφού ήδη έχει καταλάβει εκλογικά τον παραδοσιακό χώρο της Σοσιαλδημοκρατίας, είναι θέμα χρόνου να μετακομίσει σε αυτόν και ιδεολογικά, δίνοντας όμως νέο περιεχόμενο στον πανευρωπαϊκά «ξοφλημένο» αυτόν ιδεολογικό χώρο, αν θέλει να αποτελεί πυλώνα του συστήματος εξουσίας και να διατηρήσει την πολυσυλλεκτικότητά του σε βάθος χρόνου. Με την εφαρμογή των μνημονιακών μεταρρυθμίσεων (ασφαλιστικό, εργασιακά, ιδιωτικοποιήσεις και άλλα πολλά), οι οποίες προσιδιάζουν ιδεολογικά πολύ περισσότερο σε ένα σοσιαλδημοκρατικό και όχι σε ένα αριστερό κόμμα, ο ΣΥΡΙΖΑ πρακτικά – ανεξαρτήτως των διακηρύξεών του – θα αποτελεί ένα κεντροαριστερό κόμμα.

Πολλοί διατυπώνουν το δίλημμα αν – για να αντιμετωπίσει τη Ν.Δ. του Μητσοτάκη – ο ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα θα στραφεί ιδεολογικά προς τα αριστερά ή προς το Κέντρο. Ωστόσο το δίλημμα αυτό έχει ήδη απαντηθεί από την πραγματικότητα: εκεί όπου ο Μητσοτάκης θέλει να πάει, ο Τσίπρας έχει ήδη εγκατασταθεί. Συνεπώς το δίπολο αυτό θα συγκρουστεί όχι μόνο πολιτικά, αλλά και ιδεολογικά στον χώρο του Κέντρου. Αυτό που μένει να δούμε είναι τα ιδεολογικά αποθέματα του καθενός ύστερα από τόσα χρόνια εφαρμογής των μνημονίων, αλλά και τις διαθέσεις του «μεσαίου χώρου», ο οποίος πλήττεται δριμύτατα. Σε βασικά ζητήματα, όπως η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, το ασφαλιστικό και οι τράπεζες, τα μνημόνια ορίζουν με αυστηρότητα το πλαίσιο διαχείρισής τους. Επομένως πολύ κρίσιμες αναμένεται να αποβούν οι ιδεολογικές συγκρούσεις σε ζητήματα που βρίσκονται εκτός της τρέχουσας οικονομικής ατζέντας, όπως το μεταναστευτικό, τα εθνικά θέματα, τα υπολείμματα του κοινωνικού κράτους και η μεταρρύθμιση του κράτους και των θεσμών, τα οποία κάθε άλλο παρά αδιάφορο αφήνουν τον «μεσαίο χώρο». Κοινωνικό δίπολο Είναι κοινό μυστικό το ότι «λεφτά δεν υπάρχουν» ή, τουλάχιστον, δεν υπάρχουν για τους πολλούς. Και όσα τυχόν υπάρξουν, δεν πρόκειται να διατεθούν αφειδώς υπό μορφήν εισοδημάτων τα επόμενα χρόνια. Αυτή η πικρή αλήθεια είναι ήδη γνωστή στους περισσότερους – αν όχι σε όλους – σε αυτήν τη χώρα. Συνεπώς το διακύβευμα περιορίζεται αυστηρά σε δύο επιλογές: Η μία επιλογή είναι η προσπάθεια προστασίας των πιο αδύναμων λαϊκών στρωμάτων μπροστά στο εισοδηματικό βάραθρο και η συγκράτηση της καταστροφής των μικρομεσαίων νοικοκύρηδων, υπό την προϋπόθεση ότι θα βρεθούν τα λεφτά για τη στήριξή τους. Με αυτόν τον τρόπο ίσως καταστεί δυνατόν να τονωθεί η εσωτερική ζήτηση και να δοθούν κίνητρα για επενδύσεις. Η άλλη επιλογή είναι η επέκταση της ακόμη μεγαλύτερης καταστροφής των μεσαίων και χαμηλών στρωμάτων προς όφελος των κρατικών ταμείων και της δημιουργίας κινήτρων για επενδύσεις, κατά το μοντέλο που ακολούθησαν η Βουλγαρία, οι βαλτικές χώρες και πολλές ασιατικές οικονομίες. Ήδη ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τοποθετηθεί υπέρ της πρώτης επιλογής, όπως έδειξε μεταξύ άλλων και με το προσχέδιο του ασφαλιστικού. Το ερώτημα είναι αν θα καταφέρει να υπερασπιστεί την επιλογή του σε κλίμα σκληρών προβλέψεων για την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών το επόμενο διάστημα. Η Ν.Δ. υπό τον Μητσοτάκη βρίσκεται εκ των πραγμάτων στην πλευρά της δεύτερης επιλογής, αλλά με τη διαφορά ότι βρίσκεται στην αντιπολίτευση και συνεπώς μπορεί να καμουφλάρει σε έναν βαθμό τις απόψεις της στην προσπάθειά της να διευρύνει το κοινωνικό της ακροατήριο.

Είναι επίσης δεδομένο ότι ένα μέρος των ψηφοφόρων του νέου προέδρου, όσων προέρχονται από τη Ν.Δ., στις εσωκομματικές εκλογές τον προτίμησε για πελατειακούς λόγους: ώστε να αποτρέψει τον έλεγχο του κράτους από τον ΣΥΡΙΖΑ. Επομένως η ισορροπία μεταξύ «αντικρατισμού» και ελέγχου του κράτους θα αποδειχθεί ένα μεγάλο στοίχημα για τον ίδιο. πηγη

Via

        www.SPORstories.eu




SPORTS NEWS LIVE BET GAMES SCORES stoixhma olimpiakos- pao nea panathinaikos ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΣ ΠΑΟΚ ΑΕΚ ΑΣΤΕΙΑ VIDEO LIVESCORES POKER KAZINO YGEIA ANEKDOTA LIVE STREAM TV

Share on Google Plus